Translate

Τετάρτη 1 Μαΐου 2013

...notationes///ΜΑΙΟΣ 2013///ΧΑΡΗΣ ΜΕΛΙΤΑΣ//// ΕΞΙ ΧΑΙΚΟΥ

 [Από το βιβλίο ''Μαύρη Σοκολάτα''//
50 ΧΑΙΚΟΥ με Τίτλο
Εκδ.Μανδραγόρας ,
Αθήνα,2011]


ΒΕΓΓΕΡΑ

Μόλις νυχτώσει
ανοίγω τα λάθη μου.
Σε περιμένω.

 *

ΠΗΝΕΛΟΠΗ

Ό,τι κι αν κάνω
μηδέν εις το πηλίκον.
Δεν διαιρείσαι.

*

Living Theater

Άλλαξε ρόλο
η Ελπίδα στη σκηνή.
Πεθαίνει πρώτη.


 *



ΗΦΑΙΣΤΕΙΟ

Οργής κομμάτια
ταίζω το θηρίο
των σιωπών μου.

*

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ

Άλλοι φυλάνε
το κρίμα σε θυρίδες.
Εγώ στις λέξεις. 


*



ΧΕΙΜΩΝΑΣ

Τα βράδια καίω
τις φωτογραφίες της.
'Εβαλε κρύο.




*





...notaiones///MAIOΣ 2013///ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΚΡΗΣ(1923-1968) ///ΠΟΙΗΣΗ

ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΛΙΓΟΙ

Είμαστε εμείς οι ονειροπαρμένοι τρελλοί της γης
Με τη φλογισμένη καρδιά και τα έξαλλα μάτια.
Είμαστε οι αλύτρωτοι στοχαστές και οι τραγικοί ερωτευμένοι.
Χίλιοι ήλιοι κυλούνε μες στο αίμα μας
Κι ολλούθε μας κυνηγά το όραμα του απείρου.
Η φόρμα δεν μπορεί να μας δαμάσει.
Εμείς ερωτευτήκαμε την ουσία του είναι μας
Κι σ’ όλους με τους έρωτες αυτής αγαπούμε.
Είμαστε οι μεγάλοι ενθουσιασμένοι κι οι μεγάλοι αρνητές.
Κλείνουμε μέσα μας τον κόσμο όλο κι δεν είμάστε τίποτα απ
Αυτόν τον κόσμο
Οι μέρες μας είναι μια πυρκαγιά κι οι νύχτες μας ένα πέλαγο.
Γύρω μας αντηχεί το γέλιο των ανθρώπων.

Είμαστε οι προάγγελοι του χάους


(1950)
 ________________________________________________


ΤΡΙΛΟΓΙΑ

1
 
Δεν ξέρω πια αν τίποτα αξίζει να κρατώ
Στην μνήμη άξιο προσοχής παλαιότερα αισθητό.
Τα δέντρα αυτής της εξοχής και τα χλωμά κλαδιά τους
Φέρνουνε καθημερινά αναίμακτους θανάτους.
Τρώγοντας κάθε απόγευμα φρούτα και χειμερινά
Εν άδειο βλέπουμε κουτί κονσέρβας ανανά
Κι είναι μια αφορμή αυτό να φέρουμε στο νου
Τις χώρες και τους φοίνικες του Ισημερινού^
Τις ιστορίες π’ ακούσαμε π’ ακούσαμε πως γίναν στην Μπατάβια
Από ‘ ναν τρίτο πλοίαρχο σε ξενικά καράβια.
Αχ! Κάθε μας περίπατος κάθε περιοδεία
Μοναχική είναι για μας ουσία από κηδεία,
Όταν γνωστοί και συγγενείς κρατώντας τα παλτά τους
Εκφράζουνε τα θλιβερά συλλυπητήριά τους.
Στην χώρα που ναι πίσω μας ολοχρονίς βαστά
Μια χλιαρή κατάσταση και μεις σαν τα παστά
Τα ψάρια ή σαν δύό κάλτσες πάνω στο σκοινί
Είμαστε πάντα αδιάφοροι, γεμάτοι υπομονή.
Κακό για μας κάνουνε ποτέ Δε θα μπορέσουν.
Αν Δε μας αγοράσουνε θα μας ξαναφορέσουν
Η σκόνη δεν κατέρχεται παρ’ άμα υψωθεί
Το ύψος μόνο θα πρέπε κανείς να φοβηθεί,
Όταν το βράδυ ακούγοντας στριγκλιές αυτοκινήτων
Κοίτα στους έκτους ορόφους των νέων ακινήτων
Ρεκλάμες με συστήματα αμερικανικά
( φάρμακα, κηλεπίδεσμοι, ζώνες, καλλυντικά).


2.
 
Χαϊδεύοντας με δάχτυλα χλωμά τα νέα αρνιά
Κατάκτησε το μπαρ και τα ψυλά σκαμνιά,
Από να του χαμόγελο απέδρασε το βράδυ^
Πήρε στην τύχη κάνα- δυο και τα’ άλλο του κοπάδι
Τα’ άφησε στο εικόνισμα μονάχο αλλοίμονό του
Καθώς και τη χλαμύδα του, το φωτοστέφανό του
Το αργυρό αφιέρωμα, δώδεκα μαθητές του
Δώδεκα εκατομμύρια Μαγδαληνές πιστές του.
Κι έγραψε κάτι στο καρνέ «πρέπει να θυμηθώ
Πως πρέπει εγκαίρως να’ ρθω και να σταυρωθώ».
Να σε κοστούμι εξαίσια ραμμένο απ΄το φως
Κοιτάζει στο κρυστάλλινο ποτήρι ο Χριστός.
Καθώς ένας αράπης πνίγει το όργανό του
Τον πλησιάζει ο Βούδας με το κιμονό του
Και μέσα σ’ όργια μουσικής, σε μια έκταση χαζή
Ένα ποτήρι νέκταρ πίνουνε μαζί
Που το κερνάει ο Δίας πίσω από το μπάγκο
Σ αυτούς τους δυο και σ’ ένα σαλτιμπάγκο…



3.
 
Δεν ξέρω πιά αν τίποτα αξίζει να κρατώ
Στη μνήμη άξιο προσοχής παλαιότερα αισθητό.
Αν είναι ίσως δυνατό ποτέ Δε θα υμνήσω
Τον κίνδυνο της θάλασσας, ποτέ μου Δε θα κλείσω
Το φόβο και το άφρισμα, τη διαφάνειά της
Που αγάπησα, στο στέρνο μου^ τα διαδήματαά της
Δε θα φορέσω ούτε στιγμή μα ευθύς θα τα πετώ
Και από λιθάρι πιο ψυχρός θα παρουσιαστώ
Που όλη νύχτα εθέρμαινε η σελήνη μοναχή
Για να μου δώσουν τη στερνή του κόσμου διδαχή.
Πολλές κοπέλες γέμισαν τις μέρες μου δειλά
Στις ώρες που επικίνδυνα ταξίδια τρυφηλά
Σχεδιάζοντας σαν υδρατμοί πάνω στο μέτωπό μου
Με προφυλάξεις έξυπνες σαν του μελισσοκόμου
Κρατούσα τα’ άσπρά χέρια τους και έκλεινα τα μάτια
Όπως όταν στη θάλασσα μου γέμιζαν μ’ αλάτια..
Και θα’ ταν επινόηση περίφημη το να χω
Να βάζω τις φωνές αυτές σ’ αυτό το φωνογράφο
Τώρα που ζω εξόριστα στην άδεια κάμαρά μου
Χωρίς βιβλία, κάντρα, φως και η μόνη είναι χαρά μου
Να λησμονώ εκούσια τα άδεια περασμένα
Πετώντας τα σαν γυαλικά παμπάλαια σπασμένα
Και βλέπω φίδια μισητά να αδικοσφυρίζουν
Κάτι βλέπω φίδια μισητά να αδικοσφυρίζουν
Κάτι μακάβριους γνωστούς που τα ξαναθυμίζουν.
Τώρα που κάθε απόγευμα τρώμε χειμερινά
Φρούτα καθώς κοιτάζουμε κονσέρβες ανανά
Κι είναι η ζωή μας άδεια πια όπως χώρες
Που ξηρασία ενέσκηψε σ’ αυτές και δίχως μπόρες,
Και είναι η ζωή μας άδεια πια, όπως στο σπίτι αυτό
Που το μοναδικό παιδί πολύ πολυκλαυτό
Ξεκίνησε αφήνοντας πίσω τα’ ανάστημά του
Και τα παιχνιδάκια του κρύβουν απ’ τη μαμά του.
Το κοιμισμένο μου μυαλό στα είδωλα γυρνά
Κι η νέα μορφή μου πρόωρα και άδοξα γερνά
Πίνοντας παγωμένο φως σε πιο μεγάλες δόσεις
Χείλη πρησμένα από φωνές και από φαντασιώσεις.

...notationes///MAIΟΣ 2013/// ΣΤΗΛΗ THE ARTMANIACS///ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΡΑΠΤΟΠΟΥΛΟΣ


ΜΕΤΑ ΑΠΟ 33 ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ 24 ΒΙΒΛΙΑ
 Aσημίνα Ξηρογιάννη: Σε γυρνάω πίσω στο χρόνο... Πώς έμπλεξες με τη γραφή; Μίλησέ μου για το πρώτο βιβλίο που εξέδωσες.
 Βαγγέλης Ραπτόπουλος:33 χρόνια και 24 βιβλία μετά; Είναι σαν να το έγραψε κάποιος άλλος. Αν και λένε ότι το πρώτο σου βιβλίο περιλαμβάνει, σε συμπύκνωση, όλα όσα θα γράψεις στη συνέχεια. 
 Aσημίνα Ξηρογιάννη:Κάνε μου ένα σχόλιο για τη σύγχρονη λογοτεχνική πραγματικότητα.
  
Βαγγέλης Ραπτόπουλος: Η «σύγχρονη λογοτεχνική πραγματικότητα» υφίσταται τερατώδεις αλλαγές. Αρχίζουν τώρα να καταρρέουν, ή να φαίνονται πια κούφιες, οι αξίες των χρόνων της πλασματικής ευδαιμονίας. Χωρίς να έχουν, προς το παρόν, αναδυθεί νέες. 
 Aσημίνα Ξηρογιάννη:Λογοτεχνία και Διαδίκτυο.
  
 Βαγγέλης Ραπτόπουλος: Παράλληλα σύμπαντα, όσο κι αν εφάπτονται πότε πότε.
 Aσημίνα Ξηρογιάννη:Πέρα από την Τέχνη του λόγου, ποιά άλλη τέχνη σε συγκινεί;
Βαγγέλης Ραπτόπουλος:Όλες! Και πιο πολύ, η μουσική (του Μάιλς Ντέιβις αλλά και του Μότσαρτ), η ζωγραφική (του Ντέιβιντ Χόκνεϊ αλλά και του Βαν Γκογκ), το σινεμά (του Όρσον Ουέλς αλλά και του Ντέιβιντ Φίντσερ).
 Aσημίνα Ξηρογιάννη:Θεός;
Βαγγέλης Ραπτόπουλος:Ο «λόγος» του Ηράκλειτου. «Η σκέψη που μέσω των πάντων τα πάντα κυβερνάει».
 Aσημίνα Ξηρογιάννη:Ποιο από τα  δικά σου βιβλία αγαπάς πιο πολύ;
Βαγγέλης Ραπτόπουλος: Το μυθιστόρημά μου «Η αυτοκρατορική μνήμη του αίματος». Από το 1992, που δημοσίευσα το πρώτο μέρος, παραμένει ημιτελές. Καταντάει σκάνδαλο.
 Aσημίνα Ξηρογιάννη:Μίλησέ μου για το βιβλίο που πρόκειται να κυκλοφορήσει άμεσα.
.
Βαγγέλης Ραπτόπουλος: Το νέο μου μυθιστόρημα, «Η πιο κρυφή πληγή», θα κυκλοφορήσει στις αρχές Νοεμβρίου από τις εκδόσεις Ίκαρος. Μια σύγχρονη ερωτική ιστορία, με φόντο τα Δεκεμβριανά του ʼ44. Ένας ισόβιος έρωτας στην εποχή των στιγμιαίων ερώτων και ο εφιάλτης του εμφυλίου στα χρόνια της κρίσης.
 Aσημίνα Ξηρογιάννη:
Τί δεν θα συγχωρούσες ποτέ στον εαυτό σου;
Βαγγέλης Ραπτόπουλος:Τα μεγάλα λόγια.
 Aσημίνα Ξηρογιάννη:Tι διαβάζεις τώρα;
Βαγγέλης Ραπτόπουλος:Τους «Άγριους ντετέκτιβ» του Ρομπέρτο Μπολάνιο. Αυτού του «άγριου ντετέκτιβ» της λογοτεχνίας. Μεγάλη χαρά να συναντάς έναν συγγραφέα τόσο σπουδαίο. Το έργο του συνιστά μια αυτάρκη βιβλιοθήκη από μόνο του.
 Aσημίνα Ξηρογιάννη: Γράφεις κάτι τώρα;
 Βαγγέλης Ραπτόπουλος: Όπως κάθε παραγωγικός συγγραφέας που σέβεται τον εαυτό του, είμαι καταδικασμένος να απαντάω: ναι.
 Aσημίνα Ξηρογιάννη:H γνώμη σου για τα λογοτεχνικά βραβεία.
Βαγγέλης Ραπτόπουλος:Δεν βραβεύονται οι άνθρωποι, δεν είναι αγελάδες! Όπως το έθεσε και ο Μεγάλος Σκαρίμπας.
 Aσημίνα Ξηρογιάννη:Ως θεατρολόγος δεν θα μπορούσα να μην σου κάνω αυτήν την ερώτηση. Παρακολουθείς θέατρο
;
Βαγγέλης Ραπτόπουλος:Όσο κι αν παρακολουθώ τις άλλες τέχνες, οι ώρες που αφιερώνω στην ανάγνωση της λογοτεχνίας είναι απείρως περισσότερες.
 Aσημίνα Ξηρογιάννη: Πιστεύεις στην κριτική;
 Βαγγέλης Ραπτόπουλος: Το πρόβλημα με την κριτική, γράφει κάπου ο Στάινμπεκ, είναι πως γίνεται πάντα πολύ αργά, όταν έχει πια εκδοθεί το βιβλίο.
 Aσημίνα Ξηρογιάννη: Aπό τα διαβάσματά σου... αν σε ρωτούσα να μου επισημάνεις 3 βιβλία που διάβασες και σε σημάδεψαν τόσο που σου άλλαξαν το βλέμμα για τα πράγματα, τι θα απαντούσες;
 Βαγγέλης Ραπτόπουλος: Ομήρου, «Ιλιάδα». - Ηράκλειτου, «Αποσπάσματα». - Κ.Π. Καβάφη, «Ποιήματα».
 Aσημίνα Ξηρογιάννη:Γίνονται πολλές προσπάθειες τα τελευταία χρόνια για την υποστήριξη του ψηφιακού βιβλίου...
.
 Βαγγέλης Ραπτόπουλος:Το ψηφιακό βιβλίο είναι το μέλλον. Όχι υποχρεωτικά σε βάρος του χάρτινου. Το πιθανότερο είναι ότι, από δω και στο εξής, θα συμβαδίσουν.
 Aσημίνα Ξηρογιάννη:
 Διαβάζουν οι σύγχρονοι νέοι; Ποια αναγνώσματα προτιμούν;
  
 Βαγγέλης Ραπτόπουλος:Όσο διάβαζαν και οι γονείς ή οι παπούδες τους. Στην εποχή μας, προτιμούν τις γοτθικές ιστορίες, εφόσον η αγγλοσαξονική κουλτούρα είναι διεθνώς κυρίαρχη. Αλλά και επειδή τα σύγχρονα παιδικά αναγνώσματα παρα-είναι χαζοχαρούμενα, και οι γοτθικές ιστορίες λειτουργούν ως αντίδοτο, συγγενεύοντας άμεσα με τον τρόμο.
 Aσημίνα Ξηρογιάννη: Περνάει κρίση η γλώσσα μας;
Βαγγέλης Ραπτόπουλος: Όσο και η κοινωνία μας, δηλαδή απερίγραπτη. Η γλώσσα είναι καθρέφτης της κοινωνίας. Στο βάθος πρόκειται περί ταυτολογίας: η γλώσσα είναι η κοινωνία!
 Aσημίνα Ξηρογιάννη:Ποιός είναι ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος με δυο λόγια;

 Βαγγέλης Ραπτόπουλος: Ειδικά αυτό, μόνο κάποιος άλλος μπορεί να το πει.

notationes///MAIOΣ 2013//// ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΙΓΚΑΣ //// ΤΟ ΈΤΣΙ ΜΟΥ ΤΟ ΑΓΧΕΜΑΧΟ







  Γιατί στο κάτω κάτω της κραυγής

  εγώ δεν ήρθα εδώ να πτοηθώ

  είμαι ο καλπάζων νους
           της άλλης γονιμότητας

  πού' χει βαθύνει τις ρωγμές

  και πιο πολύ
           το πείσμα

           ν' αρνείσαι

           τον ήλιο

σ'όλες τις ηλικίες του
-είναι σ'όλες ανήλικος

Ναι 
     λέει στη ζωή

Ναι 
     και στους σύρτες της 

Για τέτοιο πείσμα μιλάω

Η μία πνοή είναι μία
              οι δύο είναι αμέτρητες

Εκεί που χορταριάζει το χάος
πάμε και χτίζουμε σπίτια.   



  [Ο δρόμος μέχρι το περίπτερο,
   Μικρή Άρκτος , 2012]


  






...notationes////MΑΙΟΣ 2013////Αργοπεθαίνει - Pablo Neruda



Αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας, επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές, όποιος δεν αλλάζει περπατησιά, όποιος δεν διακινδυνεύει και δεν αλλάζει χρώμα στα ρούχα του, όποιος δεν μιλά σε όποιον δεν γνωρίζει.

Αργοπεθαίνει όποιος αποφεύγει ένα πάθος, όποιος προτιμά το μαύρο από το άσπρο και τα διαλυτικά σημεία στο "ι" αντί ενός συνόλου συγκινήσεων που κάνουν να λάμπουν τα μάτια, που μετατρέπουν ένα χασμουρητό σε ένα χαμόγελο, που κάνουν την καρδιά να κτυπά στο λάθος και στα συναισθήματα.

Αργοπεθαίνει όποιος δεν αναποδογυρίζει το τραπέζι, όποιος δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του, όποιος δεν διακινδυνεύει την βεβαιότητα για την αβεβαιότητα για να κυνηγήσει ένα όνειρο, όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του να αποφύγει τις εχέφρονες συμβουλές.

Αργοπεθαίνει όποιος δεν ταξιδεύει, όποιος δεν διαβάζει, όποιος δεν ακούει μουσική, όποιος δεν βρίσκει σαγήνη στον εαυτό του.

Αργοπεθαίνει όποιος καταστρέφει τον έρωτά του, όποιος δεν επιτρέπει να τον βοηθήσουν, όποιος περνά τις μέρες του παραπονούμενος για την τύχη του ή την ασταμάτητη βροχή.

Αργοπεθαίνει όποιος εγκαταλείπει μια ιδέα του πριν την αρχίσει, όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει.

Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις, όταν θυμόμαστε πάντοτε ότι για να είσαι ζωντανός χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη από το απλό γεγονός της αναπνοής


Pablo Neruda

...notationes///ΜΑΙΟΣ 2013/// ΤΟ ΔΥΝΑΤΟ ΚΕΝΤΡΙ ΤΟΥ MΕΤΑΦΡΑΣΤΉ του Χάρη Βλαβιανού




Σε ποίημα με τίτλο «Μεταφραστής ποίησης» ο κορυφαίος πολωνός ποιητής Χέρμπερτ γράφει: «Σαν αδέξια μέλισσα εφορμά/ πάνω στο λουλούδι/ λυγίζει τον απαλό στήμονα/ ανοίγει δρόμο μες από τα πέταλα καθώς/ μέσα από σελίδες λεξικού/ παλεύει να χωθεί/ εκεί που βρίσκονται το άρωμα και η γλύκα∙/ αν και συναχωμένος/ δίχως γεύση/ επιμένει/ ως ότου κουτουλήσει/ σε κάποιο κίτρινο ύπερο// εδώ τελειώνουν όλα/ είναι απλώς αδύνατο/ να φτάσει κανείς τη ρίζα του λουλουδιού/ από το κεφάλι// περήφανη πολύ/ η μέλισσά μας η καλή/ ξαναβγαίνει/ βουίζοντας θορυβωδώς:/ χώθηκα μέσα!// σ’ αυτούς/ που δεν την πολυπιστεύουν/ δείχνει μια μύτη κίτρινη/ απ’ τη γύρη». Συμπληρώνει ο κριτικός Χολμς: «Επί αιώνες οι μεταφραστές πετούν όπως ακριβώς οι αγριομέλισσες - χωρίς να συνειδητοποιούν ότι αυτό που πετυχαίνουν είναι, λόγω του βάρους του σώματός τους, θεωρητικά αδύνατον». Ποιητής και θεωρητικός συναντιούνται μέσω των μελισσών τους, στη κοινή διαπίστωση: η ποίηση είναι αμετάφραστη αφού, κατά τη γνωστή αποστροφή του αμερικανού ποιητή Φροστ, «ποίηση είναι αυτό που χάνεται στη μετάφραση». Την άποψη του Φροστ θα προσυπέγραφαν πολλοί υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχει πραγματική συμμετρία, επαρκής αντικατοπτρισμός, ανάμεσα σε δύο διαφορετικά γλωσσικά συστήματα. Ο Ναμπόκοφ, λόγου χάριν, που για χρόνια βασανίστηκε μεταφράζοντας στ’ αγγλικά τον Ευγένιο Ονιέγκιν, χαρακτήριζε σε ποίημά του τον μεταφραστή «φλύαρο πίθηκο». Τόσο άχαρος και αναποτελεσματικός λοιπόν ο ρόλος του μεταφραστή;

Όχι βέβαια. Πιστεύω ότι κάτι πολύτιμο διασώζεται μέσα στα ερείπια της Βαβέλ. Στήνονται γέφυρες ανθεκτικές, Ας αναλογιστούμε πως θα ήταν ο κόσμος μας χωρίς τις «αέναες κινήσεις του πνεύματος», όπως τις θέλει ο Δάντης. Θα μπορούσε ένας έλληνας αναγνώστης να περιοριστεί σε έργα γραμμένα από δικούς του συγγραφείς; Να μη γνωρίζει τι έχει γράψει ένας Σαίξπηρ, ένας Ρεμπώ, ένας Μπόρχες; Και στη βάση ποιων κριτηρίων θ’ αξιολογεί όσα διαβάζει; Πόσο σημαντικό είναι το έργο της Καρέλλη ή του Λαπαθιώτη σε σχέση με αυτό της Πλαθ ή του Μάντελσταμ;

Το πρόβλημα ωστόσο παραμένει: πώς πρέπει να μεταφράζει κανείς - ειδικά ποίηση που είναι το πλέον απαιτητικό λογοτεχνικό είδος. Λέμε συχνά: μόνο οι ποιητές θα πρέπει να μεταφράζουν ποίηση• στην πράξη, όπως γράφει ο Παζ, οι ποιητές δεν είναι πάντοτε καλοί μεταφραστές, επειδή χρησιμοποιούν το ξένο ποίημα ως σημείο εκκίνησης για να γράψουν το δικό τους. Ο καλός μεταφραστής κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση: το σημείο άφιξης είναι ένα ποίημα ανάλογο, όχι ταυτόσημο, προς το αρχικό ποίημα. Αν απομακρύνεται από αυτό, είναι για να το ακολουθήσει απλώς πιο πιστά. Πολλοί μεταφραστές αντί να σεβαστούν την πολιτισμική καταγωγή του κειμένου και να εκθέσουν τον αναγνώστη σε ανοίκειες γλωσσικές και αισθητικές εμπειρίες –μην ξεχνάμε ότι συνομιλούμε με «ξένο» κείμενο– προσπαθούν να ιδιοποιηθούν το πρωτότυπο, να το προσαρμόσουν δηλαδή, με προκρούστειες μεθόδους, σ’ ένα διαφορετικό, όσο και άσχετο πολιτισμικό πλαίσιο - διαδικασία που καταλήγει εντέλει στην αυτοαναίρεσή της. Όταν ο Σεφέρης, παραδείγματος χάρη, μεταφράζει το Murder in the Cathedral του Έλιοτ, ως Φονικό στην εκκλησιά, αντί του ορθότερου κατά τη γνώμη μου, Φόνος στον Καθεδρικό, αλλοιώνει εντελώς τη σκηνογραφία και το ύφος του ποιήματος. Το ίδιο ισχύει με τον Λορεντζάτο. Μεταφράζοντας το γνωστό ποίημα του Ώντεν, «Musée des Beaux Arts», αποδίδει την απλή αγγλική φράση, «walking dully along» με το ρήμα «γκεζεράω», αντί του «περπατάω βαριεστημένα», μετατρέποντας έτσι έναν λονδρέζο, κοσμοπολίτη ποιητή σε Κρυστάλλη της αγγλικής υπαίθρου. Για κάποιους βέβαια αυτές οι «ελευθερίες» στην απόδοση, θεωρούνται «μεγαλόπνοη ποίηση» και όσοι προσπαθούν να μείνουν πιστοί στις γλωσσολογικές, υφολογικές ιδιαιτερότητες του πρωτότυπου κειμένου και τον ποιητικό του βηματισμό, «ατάλαντοι». Σκιρτούν από συγκίνηση όταν διαβάζουν τον «priest» του Μπλαίηκ να μεταφράζεται ως «τραγόπαπας», ή συναντούν στο κείμενο μια λέξη όπως «αχολόητος», ξεχνώντας ασφαλώς πως ο προτεστάντης ιερέας δεν έχει γενειάδα και πως η λέξη «loud» δεν έχει ανάγκη από τόση «αισθαντικότητα». Αν θέλει κανείς να μεταφράζει ποιητές σε ιδίωμα μακρυγιαννικό, δεν έχει λόγο να μπαίνει στον κόπο. Μπορεί κάλλιστα να διαβάζει τα Οράματα και θάματα του στρατηγού και να αφήνεται στη συμπλεγματική νοσταλγία μιας γλώσσας που ούτε μιλιέται, ούτε γράφεται. Από την άλλη αν επιζητά μια μουσικότητα που να τέρπει το «ευαίσθητο» αυτί του θα πρέπει να θυμάται ότι η μουσική των ξένων γλωσσών είναι ολότελα διαφορετική από την ελληνική• τα φωνήεντα της αγγλικής γλώσσας, φερ’ ειπείν, δεν προφέρονται με τον ίδιο τρόπο, ο ρυθμός των προτάσεων και των περιόδων είναι άλλος, ο τονισμός, που καθορίζει το μέτρο, διαφορετικός. Η μουσικότητά της απαιτεί από τη μετάφραση το ανάλογό της, όχι το αντίγραφο. Η επιμονή ορισμένων μεταφραστών να επικεντρώνονται στην αναπαραγωγή του μέτρου και της ρίμας είναι αδιέξοδη: κυνηγώντας τα, χάνουν την κλίμακα και τον τόνο του ποιήματος και καταλήγουν να παρουσιάζουν ένα ένδυμα, από το οποίο το ποίημα έχει γλιστρήσει.

Τα προβλήματα επομένως είναι πολλά και δισεπίλυτα. Ωστόσο επιμένω ότι η μετάφραση είναι εντέλει αγάπης αγώνας γόνιμος – και για τους μεταφραστές και τους αναγνώστες.


ΠΗΓΗ:
http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=510204

...notationes///Μαιος 2013/// Βύρων Λεοντάρης - ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΣΕ ΧΑΝΩ

Μέσα στο ποίημα σε χάνω
Έξω από μένα άλλη ομορφιά σε παίρνει,
αγαπημένη
Τί θα γίνω και τί με περιμένεισε άδειες αισθήσεις και χωρίς εσένα

που είσαι για μένα ό,τι είμαι και που τώρα
δεν είσαι μυστικό και πια δεν είμαι ό,τι είμαι
Τί να μου κάνουν νοσταλγίες και μνήμες
Το απτό με αρνιέται αυτή την άχρονη ώρα

το απτό που ήταν η τρέλλα μου και το άγχος
α, όλα αυτά που γίναν τώρα στίχοι . . .
Τί άδοξα που έχασα το στοίχη-
μα ανάμεσα στο «υπάρχω – δεν υπάρχω»

Να χάνω όσα είχα το άντεχα· μα εσύ ήσουν
και όσα ποτέ δε γίναν και δεν είχα
Αυτά, πώς να τα χάσω αυτά που ματαιωθήκαν ;
Σε άλλη ομορφιά θ’ αγιάζουνε μαζί σου

λόγια που αρνήθηκαν να ειπωθούνε
αγγίγματα που πήραν πίσω το αίνιγμά τους
σημάδια του έρωτα και του θανάτου
γραφές που γράφτηκαν για να σβηστούνε

Μέσα στο ποίημα σε χάνω και δεν ξέρω
εσύ μου φεύγεις ή εγώ σου φεύγω ;
Πώς σκοτεινιάζω απ’ το δικό σου φέγγος . . .
Και δε με θέλω πια και δε με ξέρω

Σε άλλη ομορφιά φριχτή και δίχως έλεος
θα ’σαι για πάντα, έξω από μένα, ωραία ωραία
τόσο άδικα τόσο άσπλαχνα ωραία . . .
Και δε με ξέρω πια και δε με θέλω



(Από την  «Εν γη αλμυρά», 1996) 


 Η ΣΙΩΠΗ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ


Όχι μόνο τ`αθώα παράπονα,
που αναποδογυρίζουνε με μια κλοτσιά στο στήθος,
όχι μόνο οι φωνές, που τις ξαπλώνουν στις πλατείες,
όχι μόνο οι ανύποπτοι ενθουσιασμοί.
Πιο δυνατή είναι, πιότερο βαραίνει
η σιωπή που ακολουθεί,
η σιωπή των πεισμωμένων δρόμων, των κλειστών παραθυριών,
η σιωπή των παιδιών μπροστά στον πρώτο σκοτωμένο,
η σιωπή μπροστά στην ξαφνική ατιμία,
η σιωπή του δάσους,
η σιωπή του αλόγου δίπλα στο ποτάμι,
η σιωπή ανάμεσα σε δυό στόματα, που δεν μπορούν να φιληθούν,
κι εκείνη η "ενός λεπτού σιγή",
που παρατείνεται και γιγαντώνεται
μες στις καρδιές, μες στους αιώνες,
η σιωπή που αποφασίζει
τι είναι να μείνει, τι είναι να χαθεί.


*Από την "Ψυχοστασία [Ποιήματα 1949-1976]





...notationes///MAIOΣ 2013///BERTOLT BRECHT////ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ


(..απόσπασμα από την ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ με θέμα ''ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ'')
http://varelaki.blogspot.gr/p/an-varelaki.html


ΘΕΑΤΡΟ

 
Μέσα στο φως , φτάνουν εκείνοι
που μπορείς να τους συγκινήσεις
να τους διασκεδάσεις
να τους αλλάξεις .



ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ

[ Uber die kritische Haltung ]
Την κριτική στάση
πολλοί τη λογαριάζουν άγονη
Και τούτο επειδή το κράτος
μένει κουφό και άλαλο στην κριτική τους .
΄Ομως η στάση τούτη είναι άγονη
μόνο και μόνο επειδή ' ναι α δ ύ ν α μ η . Η οπλισμένη κριτική
μπορεί και κράτη να ξεμελιώσει .

Το μέρωμα ενός ποταμού ,
το μπόλιασμα ενός δέντρου ,
η μόρφωση ενός ανθρώπου ,
η αλλαγή ενός κράτους
- αυτά είναι δείγματα γόνιμης κριτικής .
Κι είναι , όλα αυτά
και τέχνης δείγματα .

( 1954 )

                                                                          ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ


Καλλιτέχνες , εσείς που με χαρά σας και με πίκρα
παραδίνεστε στην κρίση του θεατή , αποφασίστε τώρα
να παραδώσετε απο δω και μπρος στην κρίση του
και τον κόσμο που παρασταίνετε .

Παραστήστε αυτό που υ π ά ρ χ ε ι , αλλά
παρασταίνοντάς το , δείξτε
κι αυτό που δ ε ν υπάρχει , μα θ α  μ π ο ρ ο ύ σ ε να υπάρξει
και θα ήτανε ω φ έ λ ι μ ο . Μεσ ' απ΄' την απεικόνισή σας
πρέπει να μάθει ο θεατής να  δ ρ α πάνω σ' αυτό που εικονίζετε .
Και τούτη η διαδοχή ας είναι ε υ χ ά ρ ι σ τ η . Η μάθηση πρέπει
να προσφέρεται
σ α ν  τ έ χ ν η , και πρέπει εσείς  σ α ν  τ έ χ ν η
να διδάξετε  π ω ς δρα κανείς πάνω σε πράγματα κι ανθρώπους .
Κ ι η άσκηση της τέχνης είναι πηγή χαράς .

Το δίχως άλλο , ζείτε σε σκοτεινούς καιρούς . Βλέπετε τον άνθρωπο
να τον έχουν παίγνιο δαιμονικές δυνάμεις .
Οι ηλίθιοι μονάχα ζουν ανέμελοι . Και πάνε του χαμού
όσοι ' ναι ευκολόπιστοι . Τι ήτανε οι κατακλυσμοί
της σκοτεινής προιστορίας μπροστά στις συμφορές
που σήμερα χτυπάν τις πολιτείες μας ; Kαι τι ήταν οι κακές
σοδειές
μπρος στην ανέχεια που μας δέρνει ανάμεσα σε τόσην αφθονία ;


O ΦΩΤΙΣΜΟΣ

 

Περισσότερο φως , ηλεκτρολόγε , στη σκηνή ! Πως θες ,
δραματουργοί κι ηθοποιοί , να δείξουμε τ' αντικαθρεφτίσματα
του κόσμου , μέσα στο μισοσκόταδο ; Τούτο το σύθαμπο
καλεί σε ύπνο . Ενώ εμείς θέλουμε ξύπνιους
θεατές - κι ακόμα πιο πολύ : ξύπνιους ! Καν' τους
να ονειρευτούν στο πλέριο φως !...

( 1950 )



ΓΙΑ ΤΗ ΜΙΜΗΣΗ



Καλλιτέχνες,εσείς που με χαρά σας και με πίκρα
παραδίνεστε δτη κρίση του θεατή,αποφασίστε τωρα
να παραδώσετε από δω και μπρος στην κρίση του
και τον κόσμο που παρασταίνετε.

Οποιος μιμείται μόνο , χωρίς νά 'χει τίποτα να πει
δικό του πάνω σε κείνο που μιμείται , μοιάζει
με τον κακόμοιρο το χιμπατζή
που μαιμουδίζει τον αφέντη του καθώς καπνίζει
μα δεν καπνίζει ο ίδιος.Γιατί ποτέ
η μίμηση η αστόχαστη δεν μπορεί να΄ναι
μίμηση αληθινή!



ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ:MAΡΙΟΣ ΠΛΩΡΙΤΗΣ





notationes ///MAIOΣ 2013/// ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ, ΤΕΥΧΟΣ 158, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2013 /// ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΛΕΞΗ ΣΟΛΟΜΟ


                                         

 

 




Συνέντευξη στην Ασημίνα Ξηρογιάννη

 

Διαβάζοντας τα βιβλία σας αισθάνθηκα δέος.Η πρώτη σκέψη:Yπάρχει κάτι γύρω από το θέατρο που αυτός ο άνθρωπος δεν το γνωρίζει;Κύριε Σολομέ,είστε αναμφίβολα μια πολυσχιδής προσωπικότητα.Μα μεγάλη σας αγάπη ήταν η σκηνοθεσία.Πώς σας κέρδισε;


A.Σ. Μου άρεσαν όλες οι τέχνες,εκτός από τη μουσική,γιατί ήμουν εκ γενετής φάλτσος.Το θέατρο μ΄ ενδιέφερε και δοκίμασα διάφορες εκδηλώσεις του,σαν ηθοποιός,σκηνογράφος και ενδυματολόγος,σαν μεταφραστής,καθώς και συγγραφέας θεατρικών έργων,δύο από τα οποία έχουν ανέβει...

Ποιοί σκηνοθέτες σας επηρέασαν;

Α.Σ. O Koυν,που ήταν δάσκαλός μου στο Κολλέγιο,ο Φώτος Πολίτης και ο Ροντήρης.Επίσης,πολλοί σκηνοθέτες των ξένων θεάτρων.

Ενα μικρό σχόλιο για την πορεία σας στο Εθνικό;


Α.Σ. Από το ΄50 μέχρι το΄90...40 χρόνια.Δεν έχω παρά μόνο ευχάριστες αναμνήσεις,επειδή τα χρόνια αυτά το Εθνικό διέθετε ομάδα εξαιρετικών και ανεπανάληπτων ηθοποιών,που αποτελούσαν τα μόνιμα στελέχη του.

Τί σήμαινε για σας το ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ;

Α.Σ. Ηταν ο μόνος προσωπικός θίασος που έκανα, και ήμουνα καλλιτεχνικά τυχερός να έχω άριστους συνεργάτες,ηθοποιούς,σκηνογράφους,μουσικούς και λοιπά...

Εχετε γράψει εκτενώς για τον Ευριπίδη στο <<Ευφυής και Μανικός>>.Σας ενθουσιάζει πιο πολύ από τους άλλους δύο μεγάλους τραγικούς;


Α.Σ. Επειδή ο Ευριπίδης,σαν προσωπικότητα,στα έργα και στη ζωή του βρίσκεται πιο κοντά στη σύγχρονη ψυχανάλυση.Γενικά,ο κάθε ένας τραγικός στο είδος του είναι τέλειος.

Διαβάζοντας την Εικασία ή Κασσιανή...το μυθιστόρημά σας...Ποιά η σχέση σας με τη θρησκεία;

A.Σ. Δεν το πήρα θρησκευτικά...Με ενδιέφερε πιο πολύ η προσωπικότητα της ηρωίδας με τα πάθη,τις αδυναμίες και τις ατυχίες της,παρά το θρησκευτικό μέρος της ιστορίας.

Πρέπει να τολμά κανείς στο Θέατρο;H λέξη <<καινοτομία>> ακούγεται επικίνδυνη.

Α.Σ. Πολύ σωστά...Ωστόσο,πρέπει κανείς να τολμάει σε θέματα που πραγματικά πιστεύει και όχι να τολμάει για να επιδείξει την τολμηρή του μικρουπόσταση.

Τελευταία,πότε παρακολουθήσατε κάποια παράσταση στην Επίδαυρο;
 
Α.Σ. Παρακολούθησα μία του Ευαγγελάτου και μία του Τσιάνου που είχαν την ευγένεια και οι δυο τους να μου τις αφιερώσουν.Αλλωστε,ο Ευαγγελάτος είναι ο χρονολογικά στερνός στερνός από τους Επιδαύρειους καλλιτέχνες της Χρυσής Εποχής.

Εχετε κάνει κι άλλες σπουδές...

Α.Σ. Ναι.Είχα περάσει Νομική και Φιλολογία...Ο λόγος που τα παράτησα ήταν ότι θαύμαζα περισσότερο τους θεατρανθρώπους από τους δικηγόρους και τους δασκάλους.

Τί θα λέγατε σήμερα σε όλους όσους ασχολούνται με το Θέατρο;Eνα μήνυμα...
Α.Σ. Να σέβονται τους δραματουργούς περισσότερο από τους εαυτούς τους.

Ενας μικρός ορισμός για την Τέχνη;

A.Σ. Δεν είναι ερώτηση που είμαι ικανός να απαντήσω.Οι ορισμοί είναι πάντα επικίνδυνοι.

Το δόγμα <<η τέχνη για την τέχνη>>...Ενα σχόλιο;

A.Σ. Χωρίς αυτό να αποτελείορισμό...η Τέχνη είναι το έσχατο και ανώτατο δίδαγμα της Ζωής.

Ο καλλιτέχνης πρέπει να κατεβαίνει στο επίπεδο του λαούή το αντίστροφο;

Α.Σ. Οπωσδήποτε η τέχνη πρέπει να εξυψώνει τον λαό,αλλά χωρίς να τον παραζαλίζει.

Πώς ξεχωρίζει η Τέχνη του Θεάτρου από τις υπόλοιπες;

Α.Σ. Η Δραματουργία ζει αιώνια,αλλά το ζωντάνεμά της στη σκηνή πεθαίνει αμέσως.

Η ζωή σας υπήρξε πλούσια σε εμπειρίες και βιώματα σε όλα τα επίπεδα.Υπάρχει κάτι που θα θέλατε να το είχατε κάνει και δεν το κάνατε;

Α.Σ. Θα ήθελα να είχα βγάλει μια πεντάρα από το Θέατρο,αλλά,δυστυχώς,ξόδεψα όλες μου τις πεντάρες για χάρη του. 
Εχετε ταξιδέψει πολύ...Είναι η Ελλάδα η πιο όμορφη χώρα του κόσμου;

A.Σ.Η Ελλάδα έχει ιστορική ομορφιά...

Πώς περνάτε τις ώρες σας;

Α.Σ. Λύνοντας σταυρόλεξα,ταίζοντας τη γάτα μου και κάνοντας ωραίους περιπάτους στα περίχωρα... 
Σκηνοθέτης, μεταφραστής, θεωρητικός του θεάτρου και συγγραφέας, ο Σολομός ήταν από τις μεγάλες μορφές του θεάτρου του 20ου αιώνα, αφήνοντας το στίγμα του τόσο με τις παραστάσεις του - Αριστοφάνης, αρχαίο δράμα, Σαίξπηρ - όσο και με το συγγραφικό του έργο.

Καθόρισε την αναβίωση των έργων του Αριστοφάνη, ανεβάζοντας στην Επίδαυρο τις δέκα από τις ένδεκα κωμωδίες του, με τη χρήση στοιχείων από την ελληνική λαογραφική παράδοση. Τα τελευταία χρόνια ζούσε μακριά από τα φώτα της σκηνής (η τελευταία του σκηνοθεσία ήταν το 1992), στο διαμέρισμα της οδού Φωκυλίδου, όπου δέσποζαν τα βιβλία, οι φωτογραφίες και οι αφίσες από τις παραστάσεις του. Ο ίδιος απολάμβανε το γεμάτο λουλούδια μπαλκόνι του με θέα τον Λυκαβηττό, την Ακρόπολη ακόμα και τη θάλασσα. Εφυγε ήσυχα, έχοντας κοντά του τις δύο κόρες και τα τρία του εγγόνια.



Γεννημένος στην Αθήνα στις 9 Αυγούστου του 1918, ο Αλέξης Σολομός είχε κεφαλονίτικη καταγωγή. Ως μαθητής του Κολεγίου Αθηνών γνώρισε και είχε καθηγητή τον Κάρολο Κουν. Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου (1939-1942), στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών του Λονδίνου (1945-46), στο Πανεπιστήμιο Γέιλ των ΗΠΑ και στο Δραματικό Εργαστήρι του Πισκάτορ (1946-48).

Η αγάπη του για το θέατρο τον οδήγησε από νωρίς κοντά σε ανθρώπους του χώρου: έτσι το 1937 σχεδίασε τα κοστούμια για τον «Μάκβεθ» που ανέβασε η Μαρίκα Κοτοπούλη ενώ ξεκίνησε και τη συνεργασία του με το περιοδικό «Νεοελληνικά Γράμματα» του Δημήτρη Φωτιάδη. Η πρώτη του σκηνοθετική δουλειά έγινε το 1939 με την «Αρκούδα» του Τσέχωφ. Στην Κατοχή εργάστηκε ως ηθοποιός, ενδυματολόγος, μεταφραστής και κριτικός κινηματογράφου ενώ η επαγγελματική του πορεία ξεκίνησε ουσιαστική με τη συνεργασία του στο Θέατρο Αθηνών του Κωστή Μπαστιά, το 1942-43.

Εμφανίστηκε ως ηθοποιός, ακόμα και στο «Θέατρο Τέχνης» ή στον θίασο Μανωλίδου -Βεάκη - Παππά - Δενδραμή. Το 1944 ανέβηκε από το Θέατρο Τέχνης το θεατρικό του έργο «Ο τελευταίος ασπροκόρακας» και το 1945 «Το μονοπάτι της λευτεριάς» από τον θίασο Παππά - Μερκούρη. Η σκηνοθετική του σταδιοδρομία άρχισε το 1947 στη Νέα Υόρκη ενώ το 1949 ανέβασε στην Αθήνα την «Κληρονόμο» στο θέατρο Μουσούρη.

Συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο τις περιόδους 1950-1964, 1968-1985 και το 1992, όπου σκηνοθέτησε 102 θεατρικές παραστάσεις ενώ άλλα περίπου 65 έργα σκηνοθέτησε σε διάφορους αθηναϊκούς θιάσους, στο ΚΘΒΕ και στη Λυρική. Το 1964 ίδρυσε το «Προσκήνιο» (που διήρκεσε ως το 1978). Εργάστηκε στο Μίσιγκαν των ΗΠΑ ως καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ αρχαίου ελληνικού θεάτρου. Είχε επίσης χρηματίσει αναπληρωτής γενικός διευθυντής του ΕΙΡΤ (1974-1975) και δυο φορές διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου (1980-1983). Για την προσφορά και το έργου του του έχει απονεμηθεί ο Ταξιάρχης του Φοίνικα, τον έχει τιμήσει η Ακαδημία Αθηνών και αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει: «Βέλθανδρος και Χρυσάντζα: ευτράπελη τραγωδία», «Καλή μου Θάλεια ή Περί κωμωδίας», «Το δοκίμιον της αγάπης: δραματοποίηση λαϊκού τραγουδιού», «Τρία θεατρικά έργα: Κακοβελόνης ο ισόθεος, ο τελευταίος ασπροκόρακας, μονόλογος στη φυλακή» καθώς και «Αγιος Βάκχος ή άγνωστα χρόνια του ελληνικού θεάτρου 300 π.Χ. - 1600 μ.Χ.», το αυτοβιογραφικό «Βίος και παίγνιον: Σκηνή, προσκήνιο, παρασκήνια», «Θεατρικό τετράδιο», το μυθιστόρημα «Εικασία, εν Θεώ Κασσιανή» καθώς και τα «Εστι θέατρον και άλλα», «Ευριπίδης: Ευφυής και μανιακός», «Η γυναίκα στο θέατρο: Η αρχή και η αποθέωση», «Ηλικία του θεάτρου: Ένδεκα σταθμοί στην ιστορία της θεατρικής τέχνης», το θεατρικό λεξικό «Πρόσωπα και πράγματα στο παγκόσμιο θέατρο» και «Ο αρχιμάγειρος της Ανδραβίδας: Και άλλα ιστορήματα». Ακόμα: «Ο ζωντανός Αριστοφάνης: Από την εποχή του ως την εποχή μας», «Παγκόσμιος κινηματογράφος 1900-2000: Χίλιες ταινίες και οι δημιουργοί τους», «Τι προς Διόνυσον: Σημειώσεις γύρω από την αρχαία ελληνική τραγωδία», «Το Κρητικό θέατρο: Από τη φιλολογία στη σκηνή», «Το πολύχρωμο θέατρο: Και άλλα σημειώματα», «Απαντα (του Σαίξπηρ): νέες έμμετρες μεταφράσεις, γενική εισαγωγή Αλέξη Σολομού» κ.ά. Ο Αλέξης Σολομός έχει μεταφράσει δεκάδες έργα (Μπρεχτ, Λόρκα, Μίλερ, Τουργκένιεφ, Κάφκα, Πιραντέλο, Κοκτώ, Ουίλιαμας, Ανούιγ, Καλντερόν, και φυσικά Αριστοφάνη και Σαίξπηρ).

Στις σκηνοθεσίες του περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής έργα:
Οπως σας αρέσει (1950) - Εθνικό Θέατρο
Αγία Ιωάννα (1951) - Εθνικό Θέατρο
Καίσαρ και Κλεοπάτρα (1951) - Εθνικό Θέατρο
Ερωφίλη (1952) - Εθνικό Θέατρο
Το μυστικό της κοντέσας Βαλέραινας (1953) - Εθνικό Θέατρο
Ο κατά φαντασίαν ασθενής (1953) - Εθνικό Θέατρο
Αννα Κρίστι (1954) - Εθνικό Θέατρο
Μαρία Στούαρτ (1955, 1957) - Εθνικό Θέατρο
Δοκιμασία (Οι μάγισσες του Σάλεμ) (1955) - Εθνικό Θέατρο
Αι εκκλησιάζουσαι (1956, 1981) - Εθνικό Θέατρο
Φάουστ (1956) - Εθνικό Θέατρο
Ο Ανδροκλής και το λιοντάρι (1956) - Εθνικό Θέατρο
Ο γλάρος (1957) - Εθνικό Θέατρο
Λυσιστράτη (1957, 1958, 1960, 1980) - Εθνικό Θέατρο
Θεσμοφοριάζουσαι (1958, 1978, 1982) - Εθνικό Θέατρο
Οθέλλος (1958) - Εθνικό Θέατρο
Δόνα Ροζίτα (1959) - Εθνικό Θέατρο
Βάτραχοι - Κύκλωψ (1959, 1973) - Εθνικό Θέατρο
Το ημέρωμα της στρίγγλας (1959) - Εθνικό Θέατρο
Έξη πρόσωπα ζητούν συγγραφέα (1959) - Εθνικό Θέατρο
Οργισμένα νιάτα (1960) - Εθνικό Θέατρο
Πειρασμός (1961) - Εθνικό Θέατρο
Γέρμα (1961) - Εθνικό Θέατρο
Αχαρνής (1961) - Εθνικό Θέατρο
Ερωφίλη (1961) - Εθνικό Θέατρο
Ρωμαίος και Ιουλιέττα (1961) - Εθνικό Θέατρο
Βασιλεύς ο Ροδολίνος (1962) - Εθνικό Θέατρο
Σφήκες (1963) - Εθνικό Θέατρο
Αντώνιος και Κλεοπάτρα (1963) - Εθνικό Θέατρο
Ειρήνη (1964) - Εθνικό Θέατρο
Ικέτιδες (1964) - Εθνικό Θέατρο
Επτά επί Θήβας (1968) - Εθνικό Θέατρο
Ιππής (1968, 1969, 1976) - Εθνικό Θέατρο
Μπέκετ (1968) - Εθνικό Θέατρο
Βάκχαι (1969) - Εθνικό Θέατρο
Η Τρικυμία (1969) - Εθνικό Θέατρο
Νεφέλαι (1970) - Εθνικό Θέατρο
Τραχίνιαι (1970) - Εθνικό Θέατρο
Τριαντάφυλλο στο στήθος (1971) - Εθνικό Θέατρο
Ορέστης (1971, 1973) - Εθνικό Θέατρο
Βάτραχοι (1973) - Εθνικό Θέατρο
Ο βασιλιάς Ουμπού (1975) - Εθνικό Θέατρο
Τρωάδες (1975) - Εθνικό Θέατρο
Μήδεια (1976, 1977) - Εθνικό Θέατρο
Ελένη (1977) - Εθνικό Θέατρο
Μήδεια (1977) - Εθνικό Θέατρο
Αμφιτρύων (1977) - Εθνικό Θέατρο
Ματωμένος γάμος (1980) - Εθνικό Θέατρο
Μάκμπεθ (1981) - Εθνικό Θέατρο
Ταρτούφος (1985) - Εθνικό Θέατρο
Οι εγκληματίες (1992) - Εθνικό Θέατρο
Αντιγόνη (1974, 1992) - Εθνικό Θέατρο

...notationes///MΑΙΟΣ 2013///ΑΡΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ//ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ


 
 
Στα τζάμια σου μπουμπουκιάζει η χτεσινή βροχή
τώρα που η παραλία ανάβει τα φανάρια της.
Ένα καΐκι στάθηκε καταμεσίς στο πέλαγο.
Γαλήνη.
Περίμενε δω με το βλέμμα στις σταγόνες
(δυο ανθισμένες γαλάζιες σταγόνες τα μάτια σου).
Περίμενε. Θα ξημερώσει.
Θέλω να σε ξέρω στο παράθυρο
αγναντεύοντας κατά τον τόπο της χαραυγής
νοσταλγώντας το περσινό καλοκαίρι.
(Τα νερά ν’ ανασαίνουν ζεστασιά
το γυμνό σώμα της ημέρας πλαγιάζει μες στα στάχυα
κι ανάμεσα απ’ τα δάχτυλα κρυφοκοιτάει μια παπαρούνα.)
Θέλω να σου χαρίσω ένα τόσο δα ουράνιο τόξο
τώρα στα γενέθλια της δεκαοχτάχρονης αυγής,
ένα λουλουδένιο δαχτυλίδι
μια υπόσχεση ελπίδας.


  Ακόμα τούτη η άνοιξη (Απρίλης 1946)